Τα μαγικά περάσματα της γειτονιάς μας
με τις ιερές κορυφές και τους αρχαίους μύθους,
πίσω ακόμη στην χαραυγή της ιστορίας του ανθρώπινου είδους και ακόμη παραπέρα,
μονοπάτια που αξίζει να τα πάρεις εστω και για μια φορά στην ζωή σου,
είναι εμπειρίες που αξίζει όσο τίποτε άλλο να ζήσεις έστω και για λίγο.
με τις ιερές κορυφές και τους αρχαίους μύθους,
πίσω ακόμη στην χαραυγή της ιστορίας του ανθρώπινου είδους και ακόμη παραπέρα,
μονοπάτια που αξίζει να τα πάρεις εστω και για μια φορά στην ζωή σου,
είναι εμπειρίες που αξίζει όσο τίποτε άλλο να ζήσεις έστω και για λίγο.
Θεοί και Τιτάνες προσπαθούσαν να λύσουν τις διαφορές τους ποιος θα πάρει την εξουσία στα χέρια πριν οι άνθρωποι κλέψουν την φωτια.
Έπειτα οι άνθρωποι γίναν θεοί και στο όνομα των θεών ήρθαν φύγαν φυλές πολέμησαν και αυτοί και συνεχίζουν τα σπαθιά και οι μπαρουτιές μέχρι τις μέρες μας στον πλανήτη, από τους αρχαίους Έλληνες στην ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία που έγινε Βυζάντιο και ήρθαν άλλοι θεοί και φύγαν και ξανάρθαν δαίμονες διαόλια πειρατές Οθωμανοί.
Το άγαλμα του Άθωου Δία δεν υπάρχει πια στην κορυφή του Άθωνα ο Τιτάνας όμως ίσως να είναι ακόμη πλακωμένος και φυλακισμένος από την οργή του Ποσειδώνα κάτω από όλο όλο αυτόν τον ορεινό όγκο.
Όλο το το τρίτο πόδι της Χαλκιδικής είναι ιερός τόπος από τα παλιά τα χρόνια καλούσε την ανθρωπότητα για αφύπνιση και εξερεύνηση του θείου και του ανώτερου, θαύματα περίεργες ιστορίες που δυσκολα πιστεύονται παντρέματα φυσικής και μεταφυσικής για εγκεφαλικά σκουντήματα για παραπάνω πνευματικότητα, πόσες προσευχές και ψαλμούς έχουν ειπωθεί τόσους αιώνες πόσοι κλάψαν γέλασαν μίσησαν αγάπησαν αποκήρυξαν την σάρκα βρήκαν την ειρήνη αγιάσαν μέσα στις σπηλιές γαντζωμένοι σαν τις πεταλίδες στα βράχια χωρίς τροφή με υπεράνθρωπη ασκήση ασταμάτητη αδιάλειπτη προσευχή μέχρι τον θάνατο.
Κάποτε άβατον για τους άντρες σήμερα άβατον για τις γυναίκες.
Κάποτε το Άλσος της αιώνιας παρθένας θεάς Αρτέμιδος και Άλσος των Μουσών σήμερα το περιβόλι της Παναγίας σε μερικούς αιώνες μπροστά ποιος ξέρει τι, ο Διογένης είχε ζητήσει να τον θάψουν ανάποδα και όταν το ρώτησαν γιατί απάντησε γιατί σε μερικά χρόνια θα ρθούν τα πάνω κάτω.
Κάποτε το Άλσος της αιώνιας παρθένας θεάς Αρτέμιδος και Άλσος των Μουσών σήμερα το περιβόλι της Παναγίας σε μερικούς αιώνες μπροστά ποιος ξέρει τι, ο Διογένης είχε ζητήσει να τον θάψουν ανάποδα και όταν το ρώτησαν γιατί απάντησε γιατί σε μερικά χρόνια θα ρθούν τα πάνω κάτω.
Πύλη στα ανεξερεύνητα μονοπάτια του νου του ανθρώπου μέχρι τις μέρες μας το νιώθεις από την πρώτη στιγμή που θα πατήσεις το πόδι σου, βασικά πρώτου το πατήσεις μόνο από το καραβάκι όταν ξεκινά από Ουρανούπολη και αρχίζεις να βλέπεις τα καστρομονάστηρα τις Σκήτες τα καλύβια τα βράχια και το άναρχο πράσινο από τα δέντρα και τα πουρνάρια πορτοκαλιές λεμονιές κυπαρίσια ελαιώνες νιώθεις ότι κάτι παίζει σε αυτόν τον τόπο υπάρχει κάτι διαχρονικό κάτι αιώνιο μακάριο πράο και εκεί είναι που αρχίζει το πανηγύρι ανάλογος την ψυχούλα σου φίλε μου και τι ψάχνεις και τι ζητάς σε αυτήν την ζωή αρχίζει ο πόλεμος και η ειρήνη στην καρδιά και στο μυαλο.
Ένας καθρέπτης του εγώ που δεν μπορείς να κρυφτείς από τίποτε γιατί εσύ ξέρεις μονάχα αυτά που ξέρεις για σένα και κανένας άλλος και όλα αντανακτλώνται σε αυτόν το καθρέφτη του εαυτού μας καθαρά γιατί τα δικά σου μυστικά οι δικές σου φοβίες τρομάζουν εσένα ποιότερο από όλους γιατί οι δικές σου αγάπες είναι απο όλες τις αγάπες οι ποιο δυνατές .
Ο χρόνος σαν να σταματά η παθαίνει ένα κοκομπλο ένα μπέρδεμα γιατί φεύγεις από τον καταναλωτικό κόσμο των κοσμικών σύγχρονων και κυριολεκτικά μπαίνεις στο Ιουλιανό ημερολόγιο 13 μέρες πίσω. Η μέρα εδώ ξεκινά με την δύση του ηλίου, άλλοι ρυθμοί άλλοι ήχοι άλλο νόημα σε όλα!
Το κινητό σε πολλα σημεία δεν πιάνει το γκούγκλ το φεισμπουκ δεν μπορει να σε βρει μπορείς να ελευθερωθείς απο τα δεσμά του νετ για λίγο σε παίρνει για μια μικρή ενεργειακή αποτοξίνοση.
Το κινητό σε πολλα σημεία δεν πιάνει το γκούγκλ το φεισμπουκ δεν μπορει να σε βρει μπορείς να ελευθερωθείς απο τα δεσμά του νετ για λίγο σε παίρνει για μια μικρή ενεργειακή αποτοξίνοση.
Το'χα σαν τάμα να ανέβω στην κορυφή του Άθωνα εδώ και χρόνια είπα κάνα δυο φίλους να ρθουν για παρέα δεν έκατσε λόγο δουλειάς και χρόνου και έτσι ξεκίνησα μόνος.
Η διαδρομή που διάλεξα για να ανέβω κορυφή ήταν από Αγία Άννα και την έκανα σε δυο μέρες γίνετε και σε μια αλλά αν θες το κάνεις και μήνα αν ξεκινησεις απο Ουρανούπολη με τα πόδια.
Είναι απίστευτο πόσο κόσμο γνωρίζεις και βλέπεις μέσα στο όρος από όλο τον πλανήτη ποιο πολύ είναι πλέον ξένοι παρά Έλληνες μέσα, Ρώσοι Σέρβοι Ρουμάνοι Βούλγαροι πλειοψηφία.
Άκουγα μια κουβέντα από δίπλα μου από κάτι Έλληνες ηλικιωμένους στο καράβι
Οι Έλληνες χάσαν την πίστη τους πλέον δεν έρχονται στο όρος όπως παλιά έλεγε ο ένας και συμφωνούσε ο άλλος και μετά την γύρισαν την κουβέντα στα πολιτικά και στις εκλογές.
Ποιοι Έλληνες μουρμούρισα και ποια πίστη.
Ποιοι Έλληνες μουρμούρισα και ποια πίστη.
Θυμήκα ένα βιβλίο που 'χα διαβάσει επιστημονικής φαντασίας σε κάποια εποχή στο μέλλον σε έναν ρημαγμένο και γερασμένο πλανήτη όσοι δεν είχαν φύγει με διαστημόπλοια για άλλες πατρίδες σε άλλα σύμπαντα αυτοί που παρέμειναν στην γη είχαν γυρίσει πίσω στην ζωώδη κατάσταση και μόνο τα ρομπότ μείναν να κάνουν θρησκευτικά τελετουργίκα στους απαρχαιωμενους και κατεστραμμένους ιερούς τόπους και ψάχναν σαν τους αρχαίους άνθρωπους του σαραντακοστού αιώνα μετά Χριστόν με προσευχές και απομεινάρια των γραφών μπας και ανακαλύψουν τον Θεό.
Η ανάβαση στην κορυφή του Άθωνα είναι απο τις ποιο εξαντληντικες που εχω κάνει μέχρι τώρα
απο το 0 απο το επίπεδο της θάλασσας δηλαδή ανεβαίνεις μέχρι τα 2033 με το πόδι, μια ατελειωτη ανηφόρα μέχρι πάνω και μια ατελειωτη κατηφόρα μέχρι κάτω.
Το ταξίδι χιλίων χιλιομέτρων ξεκινά απο το πρώτο βήμα.
Η ανάβαση μου έτσι ξεκινά από τον αρσανα λιμανάκι της Αγιας Άννας με τα 2000 περίπου σκαλοπάτια μέχρι την μόνη με τα ασκηταριά της όπου είναι γύρω στην μιάμιση ώρα από κει συνεχίζουν για ακόμη λίγο τα σκαλοπάτια κάπου χάνονται και παίρνουν την θέση τους κροκάλες κοτρόνες πέτρες βράχια αλλά ευδιάκριτο μονοπάτι και με καλή σήμανση μέχρι την κορυφή.
Η ανάβαση στην κορυφή του Άθωνα είναι απο τις ποιο εξαντληντικες που εχω κάνει μέχρι τώρα
απο το 0 απο το επίπεδο της θάλασσας δηλαδή ανεβαίνεις μέχρι τα 2033 με το πόδι, μια ατελειωτη ανηφόρα μέχρι πάνω και μια ατελειωτη κατηφόρα μέχρι κάτω.
Το ταξίδι χιλίων χιλιομέτρων ξεκινά απο το πρώτο βήμα.
Η ανάβαση μου έτσι ξεκινά από τον αρσανα λιμανάκι της Αγιας Άννας με τα 2000 περίπου σκαλοπάτια μέχρι την μόνη με τα ασκηταριά της όπου είναι γύρω στην μιάμιση ώρα από κει συνεχίζουν για ακόμη λίγο τα σκαλοπάτια κάπου χάνονται και παίρνουν την θέση τους κροκάλες κοτρόνες πέτρες βράχια αλλά ευδιάκριτο μονοπάτι και με καλή σήμανση μέχρι την κορυφή.
Αν ακολουθήσεις αυτό το μονοπάτι μέχρι την κορυφή μην παραλείψεις να εφοδιαστεις με νερό στην περιοχή Σταύρος με τουλάχιστον ενάμιση λίτρο γιατί δεν έχει ποιο πάνω βρύση, εγώ πήρα δύο λίτρα και με έφτασε ακριβώς για να ξαναγεμίσω ίσως γιατί έκατσα και την νύχτα πάνω στο ξωκλήσι/κάταφυγιο Παναγιά.
Μη ψάχνεις την βρύση σε ενα μεγάλο σταυρό που έχει εκεί περπάτα είναι λίγο ποιο πέρα.
Μη ψάχνεις την βρύση σε ενα μεγάλο σταυρό που έχει εκεί περπάτα είναι λίγο ποιο πέρα.
Από Αγία Άννα [300μ] για Σταυρό [1200μ]
χρειάζεσαι περίπου μιά ώρα περπάτημα και από Σταυρό για Παναγιά [1500μ]
2:30 περίπου ώρες.
χρειάζεσαι περίπου μιά ώρα περπάτημα και από Σταυρό για Παναγιά [1500μ]
2:30 περίπου ώρες.
Από Παναγιά για κορυφή [2033μ] μια με μιάμιση.
Σύνολο δηλαδή πέντε με έξι ώρες ανέβα ανάλογος πάντα τις αντοχές σου
και την σωματική κατάσταση του καθενός .
και την σωματική κατάσταση του καθενός .
Είμουν απροπόνητος για τόσο καταπόνηση και τόσο περπάτημα από τον Σταύρο κιόλας είχα αλλάξει δύο φορές τις μπλούζες από τον ιδρώτα φορούσα την στεγνή κρεμούσα την βρεγμένη πίσω στο σάκο να στεγνώνει.
Τι της ήθελα τις μπύρες χθες το βράδυ με βγήκαν από τα αυτιά αναθυμιάσεις απο το κριθαροζουμο ας όψεται όμως γιατί ήρθαν κάτι φιλαράκια από Γερμανία που είχα να τους δω πολύ καιρό.
Μπύρες μου θελες ε; Πάρε τώρα μονολογούσα ανεβαίνοντας.
Ποοολύ ανήφορος λέμεεεε πολύ ανήφορος!
Ποοολύ ανήφορος λέμεεεε πολύ ανήφορος!
Αυτό το μονοπάτι πραγματικά δοκιμάζει τις αντοχές σου και να τα διαβόλια και να και τα τριβόλια και σκέψεις ήττας και σκέψεις αποθάρρυνσης τι τα θες ρε Χριστάκη τα βουνά πάλι τι σε πιάνει και τυρανιέσαι στα κατσάβραχα στις ερημιές και στα κορφοβούνια και δώσ΄του μια κάτω από τα σύννεφα μια μέσα στα σύννεφα μια πάνω από τα σύννεφα.
Λαχάνιασαν και οι άγγελοι και οι δαίμονες μου όλοι μαζί,
Λαχάνιασαν και οι άγγελοι και οι δαίμονες μου όλοι μαζί,
μαζί μου τα παίξαμε όλοι σταμάτησε και ο εσωτερικός διάλογος σταμάτησαν όλα μετά από κάποια φάση άνθρωπος πουθενά για ώρες να μιλήσω μόνο τα πουλάκια και ο άνεμος, ο ήχος από τις πέτρες κάτω από τις σόλες, ανάσες βαθιές, ρυθμός μόνο, σκυμένο το κεφάλι και ο δρομος να τραβά την ανηφόρα, δεν υπάρχει πόνος στα πόδια δεν υπάρχω και όμως είμαι εδω και δώσ΄του μια κάτω από τα σύννεφα μια μέσα στα σύννεφα μια πάνω από τα σύννεφα .
Όταν έφτασα στην Παναγιά άρχισε να σουρουπώνει έτσι προτήμισα να κοιμηθώ στα 1500 και αύριο το πρωί να ανέβω κορυφή με την ησυχία μου και μετά ίσα σα'κατ' τουν κατήφουρου.
Έκατσα να τσιμπίσω κάτι και να χαλαρώσω τα πόδια.
Ένας Ρώσος με μια κάνον δεν σταματησε να βγάζει φωτογραφίες απο την ώρα που εφτασα περνούσε πουλάκι έβγαζε 40 φωτος περνούσε καραβακι άλλες 40, απόρησα με το πάθος του μόνο εμένα με έβγαλε καμια 20αριά φωτογραφίες.
Ώσπου στο τέλος ξέμεινε απο μπαταρία και ησυχάσαμε και μεις και αυτος.
Ένας Ρώσος με μια κάνον δεν σταματησε να βγάζει φωτογραφίες απο την ώρα που εφτασα περνούσε πουλάκι έβγαζε 40 φωτος περνούσε καραβακι άλλες 40, απόρησα με το πάθος του μόνο εμένα με έβγαλε καμια 20αριά φωτογραφίες.
Ώσπου στο τέλος ξέμεινε απο μπαταρία και ησυχάσαμε και μεις και αυτος.
Κανιέτς μπατέρια με έλεγε χα χα και γελούσα.
Αντε λέω αφου είχε πέσει πια για τα καλά ο ήλιος να πάω να την πέσω μέσα να ξεκουραστώ.
Τι το θέλα όμως και είπα για ξεκούραση μόλις σηκώνομαι ακούω κατι ψαλμωδίες απο την κορυφή βλέπω ενα τσούρμο ανθρώπους να κατεβαινουν και να πλησιάζουν το ξωκλήσι.
Χωρίς να σταματάνε να ψέλνουν μπαίνουν μέσα ανάβουν τα κεριά και τα καντήλια και αρχιζουν να προσκυνάνε να φιλάνε τις εικόνες σα παλαβοί λες και έφτανε η συντέλεια του κόσμου μια πάνω μια κάτω πέφταν στα γόνατα σταυροκοπιότουσαν, ρώτησα έναν απο την παρέα απο που είναι, Ρουμάνια με είπε Ρουμάνια!
Βγήκα έξω να αγναντέψω τον βραδινό ουρανό πως ειναι το τοπιό το βραδυ απο δώ ψηλά και να βγάλω και καμιά φώτο βραδυνή να περάσει η ωρα μπας και ηρεμισουν μέσα τα πράγματα και κλεισουμε κανα μάτι.
Μετα απο καμια ωρα μπαινω μεσα και τα πράγματα ήταν χειρότερα ειχαν ντουμανιάσει όλο τον χώρο απορώ πως αναπνέαν, ε... μη στα πολυλογό αυτο το πράγμα πήγε μεχρι τα χαραματα δεν σταματησαν να ψέλνουν και να προσεύχονται ολο το βράδυ.. αντε να κοιμηθείς.
Και μόλις άρχισε να ξημερώνει και πέσαν στα κρεβάτια λέω επιτέλους θα κοιμηθούμε κανα 2 ωρο τουλάχιστων και απο την κούραση πέσαν ολοι ξεροί και αρχιζαν να ροχαλίζαν σαν ελέφαντες.
Η πρωινές ακτίνες του ήλιου ζέσταναν τα μάτια μου άυπνος σηκώθηκα έριξα λίγο νερό στο πρόσωπο μου απο το πηγάδι που υπάρχει μέσα στο καταφύγι που μαζεύει νερό απο την βροχή
φορτόσα τον σακο και ξεκλινησα για το ποιο καρφί ανηφοτικό κομάτι προς την κορυφή.
Όσο ανέβαινα τόσο η κορυφή σαν έφευγε ποιο μακριά και άντε πάλι μια κάτω από τα σύννεφα μια μέσα στα σύννεφα μια πάνω από τα σύννεφα.
Απίστευτου κάλους εικόνες όπου κι αν πήγαινε η ματιά τα σύννεφα δίναν έναν απόκοσμο αποκριφισμό στην όλη ατμόσφαιρα, κάτι γέρακες κράζαν περίεργα και πετούσαν πάνω απο το κεφάλι μου και το μονοπάτι παρόλο που ανεβαίνε φιδίσιο ο ανηφορος πολύ αισθητός οι γάμπες γίναν διπλάσιες απο το κανονικό ο σάκος στην πλάτη σα να είχε διακόσια κιλά και η θερμορασία αισθητή διαφορά παρόλο που ο ήλιος έκαιγε όταν ξεπρόβαλε μεσα απο τα σύννεφα.
Όλη η αποκορύφωση όταν βρέθηκα πάνω στην κορυφή και κοίταξα τον σταυρό που υπάρχει φυτεμένος πάνω στο βράχο.
Μόνος εγώ η κορυφή η σιωπή ο άνεμος τα σύννεφα ο ήλιος η θάλασσα, στα πόδια μου όλη η χερσόνησος σαν καράβι και γω να κάθομαι στην πλώρη.
Σε κάτι τετοιες περιπτωσεις θα θελα φτερούγες στην πλάτη να βουτίξω στο κενό του αίωνιου του γαλάζιου εως εκει που ενώνονται οι θάλασσες με τους ουρανούς.
Εβγάλα μια κραυγή και χάθηκε πριν ακόμη βγει, βάρεσα τις καμπάνες που υπήρχαν δίπλα και ξάπλωσα πάνω στο πετρινο πλακόστρωτο έκλεισα τα μάτια ίσως μερικα λεπτά ίσως ώρα δεν ξέρω ο χρόνος σαν να έγινε σχετικός αφυσα τις φτερούγες του μυαλού, τα κατάφερα, είμαι εδώ στην κορυφή του Άθωνα.
Εικόνες να πάνε και να έρχονται πως θα ήταν εδω το άγαλμα το Αθωω Δία κάτω απο τον σημερινό ήλιο.
Πως θα ήταν στην όψη η θεα Άρτεμης πως θα περπατούσαν με τι στιβαρότητα και χάρη οι Μούσες της θα τελούσαν τα δικά τους μυστύρια, πόσοι χιλιάδες εκατομυρια ισως ανθρωποι καταφεραν να ανεβουν να ρίξουν μια κλεφτη ματια απο δω πάνω στο υπερπέραν.
Και μετα ήρθαν εικόνες βυζαντινές φωτεινές φωσφορουχες πολύχρωμες με την Παναγιά και μορφές αγίων σαλούς του Θεού με ξεσκισμένα και φθαρμένα ρούχα και στο τέλος δεν ξέρω γιατι ίσψς απο την κακουχία και όλο αυτό το περπάτημα που με ήρθε απότομα εικόνες απο τον Χριστό χαμένος στην έρημο στην άμμολοφους και στα βράχια της σιωπής.
Ένα τιτίβισμα απο σπουργίτη με άνοιξε τα μάτια χοροπηδούσε απέναντι μου και με κοιτούσε, σα να ανεβηκες πολύ ψηλά μικρό μου σπουργιτάκο του είπα, είπια μερικές γουλιές νερό φωρτόθηκα τον σάκο έπιασα τα μπατόν ευχαρίστησα το μεγάλο πνεύμα και τους Θεούς όλου του κόσμου και ξεκίνησα για τον μεγάλο κατήφορο.
Ίσως αυτή η μικρότητα του ανθρώπου όταν ανεβαίνει περα απο τα όρια του και αγναντέβει το άγνωστο δίνει την ώθηση να πιστευει με τόσο ζήλο ότι υπάρχει κατι ποιο μεγάλο και μια αόρατη δύναμη που τα κινεί όλα και κρύβετε πίσω απο όλα, άντε όμως να κάνεις ένα μέρμιγκα απο την δισδιάτατη όραση του να δει τρισδιάστατα μιλά σε ένα σαλιγκάρι για την ταχύτητα του φωτος.
Αντε λέω αφου είχε πέσει πια για τα καλά ο ήλιος να πάω να την πέσω μέσα να ξεκουραστώ.
Τι το θέλα όμως και είπα για ξεκούραση μόλις σηκώνομαι ακούω κατι ψαλμωδίες απο την κορυφή βλέπω ενα τσούρμο ανθρώπους να κατεβαινουν και να πλησιάζουν το ξωκλήσι.
Χωρίς να σταματάνε να ψέλνουν μπαίνουν μέσα ανάβουν τα κεριά και τα καντήλια και αρχιζουν να προσκυνάνε να φιλάνε τις εικόνες σα παλαβοί λες και έφτανε η συντέλεια του κόσμου μια πάνω μια κάτω πέφταν στα γόνατα σταυροκοπιότουσαν, ρώτησα έναν απο την παρέα απο που είναι, Ρουμάνια με είπε Ρουμάνια!
Βγήκα έξω να αγναντέψω τον βραδινό ουρανό πως ειναι το τοπιό το βραδυ απο δώ ψηλά και να βγάλω και καμιά φώτο βραδυνή να περάσει η ωρα μπας και ηρεμισουν μέσα τα πράγματα και κλεισουμε κανα μάτι.
Μετα απο καμια ωρα μπαινω μεσα και τα πράγματα ήταν χειρότερα ειχαν ντουμανιάσει όλο τον χώρο απορώ πως αναπνέαν, ε... μη στα πολυλογό αυτο το πράγμα πήγε μεχρι τα χαραματα δεν σταματησαν να ψέλνουν και να προσεύχονται ολο το βράδυ.. αντε να κοιμηθείς.
Και μόλις άρχισε να ξημερώνει και πέσαν στα κρεβάτια λέω επιτέλους θα κοιμηθούμε κανα 2 ωρο τουλάχιστων και απο την κούραση πέσαν ολοι ξεροί και αρχιζαν να ροχαλίζαν σαν ελέφαντες.
Η πρωινές ακτίνες του ήλιου ζέσταναν τα μάτια μου άυπνος σηκώθηκα έριξα λίγο νερό στο πρόσωπο μου απο το πηγάδι που υπάρχει μέσα στο καταφύγι που μαζεύει νερό απο την βροχή
φορτόσα τον σακο και ξεκλινησα για το ποιο καρφί ανηφοτικό κομάτι προς την κορυφή.
Όσο ανέβαινα τόσο η κορυφή σαν έφευγε ποιο μακριά και άντε πάλι μια κάτω από τα σύννεφα μια μέσα στα σύννεφα μια πάνω από τα σύννεφα.
Απίστευτου κάλους εικόνες όπου κι αν πήγαινε η ματιά τα σύννεφα δίναν έναν απόκοσμο αποκριφισμό στην όλη ατμόσφαιρα, κάτι γέρακες κράζαν περίεργα και πετούσαν πάνω απο το κεφάλι μου και το μονοπάτι παρόλο που ανεβαίνε φιδίσιο ο ανηφορος πολύ αισθητός οι γάμπες γίναν διπλάσιες απο το κανονικό ο σάκος στην πλάτη σα να είχε διακόσια κιλά και η θερμορασία αισθητή διαφορά παρόλο που ο ήλιος έκαιγε όταν ξεπρόβαλε μεσα απο τα σύννεφα.
Όλη η αποκορύφωση όταν βρέθηκα πάνω στην κορυφή και κοίταξα τον σταυρό που υπάρχει φυτεμένος πάνω στο βράχο.
Μόνος εγώ η κορυφή η σιωπή ο άνεμος τα σύννεφα ο ήλιος η θάλασσα, στα πόδια μου όλη η χερσόνησος σαν καράβι και γω να κάθομαι στην πλώρη.
Σε κάτι τετοιες περιπτωσεις θα θελα φτερούγες στην πλάτη να βουτίξω στο κενό του αίωνιου του γαλάζιου εως εκει που ενώνονται οι θάλασσες με τους ουρανούς.
Εβγάλα μια κραυγή και χάθηκε πριν ακόμη βγει, βάρεσα τις καμπάνες που υπήρχαν δίπλα και ξάπλωσα πάνω στο πετρινο πλακόστρωτο έκλεισα τα μάτια ίσως μερικα λεπτά ίσως ώρα δεν ξέρω ο χρόνος σαν να έγινε σχετικός αφυσα τις φτερούγες του μυαλού, τα κατάφερα, είμαι εδώ στην κορυφή του Άθωνα.
Εικόνες να πάνε και να έρχονται πως θα ήταν εδω το άγαλμα το Αθωω Δία κάτω απο τον σημερινό ήλιο.
Πως θα ήταν στην όψη η θεα Άρτεμης πως θα περπατούσαν με τι στιβαρότητα και χάρη οι Μούσες της θα τελούσαν τα δικά τους μυστύρια, πόσοι χιλιάδες εκατομυρια ισως ανθρωποι καταφεραν να ανεβουν να ρίξουν μια κλεφτη ματια απο δω πάνω στο υπερπέραν.
Και μετα ήρθαν εικόνες βυζαντινές φωτεινές φωσφορουχες πολύχρωμες με την Παναγιά και μορφές αγίων σαλούς του Θεού με ξεσκισμένα και φθαρμένα ρούχα και στο τέλος δεν ξέρω γιατι ίσψς απο την κακουχία και όλο αυτό το περπάτημα που με ήρθε απότομα εικόνες απο τον Χριστό χαμένος στην έρημο στην άμμολοφους και στα βράχια της σιωπής.
Ένα τιτίβισμα απο σπουργίτη με άνοιξε τα μάτια χοροπηδούσε απέναντι μου και με κοιτούσε, σα να ανεβηκες πολύ ψηλά μικρό μου σπουργιτάκο του είπα, είπια μερικές γουλιές νερό φωρτόθηκα τον σάκο έπιασα τα μπατόν ευχαρίστησα το μεγάλο πνεύμα και τους Θεούς όλου του κόσμου και ξεκίνησα για τον μεγάλο κατήφορο.
Ίσως αυτή η μικρότητα του ανθρώπου όταν ανεβαίνει περα απο τα όρια του και αγναντέβει το άγνωστο δίνει την ώθηση να πιστευει με τόσο ζήλο ότι υπάρχει κατι ποιο μεγάλο και μια αόρατη δύναμη που τα κινεί όλα και κρύβετε πίσω απο όλα, άντε όμως να κάνεις ένα μέρμιγκα απο την δισδιάτατη όραση του να δει τρισδιάστατα μιλά σε ένα σαλιγκάρι για την ταχύτητα του φωτος.
Ο κατήφορος πάντα ποιο εύκολος και ποιο γρηγορος χαιρέτησα μια ομάδα ανθρώπων που ανέβαινε έριξα μια τελευταία ματιά στην κορυφή από το ξωκλιση της Παναγίας και πότε βρέθηκα στα ασκηταριά της Αγίας Άννας χαμπάρι δεν πηρα
Το τελευταίο καραβάκι για Ουρανούπολη είχε φύγει για σήμερα ρωτησα ένα γέροντα αν μπορούν να με φιλοξενισουν για ένα βράδυ και με τακτοποίησε σε απλό μα όμορφο ξενώνα .
Πάνω από το κρεβάτι είχε ένα παράθυρο και φενοταν όλο το δεύτερο πόδι της Χαλκιδικής απέναντι και όσο έπεφτε ο ήλιος και σκοτείνιαζε ο ουρανός άρχισα να διακρινω και τα χωριουδακια από τα φώτακια τους .
Ζήτησα αν υπάρχει κάποια κεραλοιφη για μυϊκούς πόνους και με έδωσε ένα γεροντι έβαλα στους πονεμένους μύες από την όλη ταλαιπωρία το περπάτημα και την αϋπνία το μόνο που ζητούσα ήταν να ξαπλώσω να ξεκουραστώ κλείσανε τα μάτια μου και με πήρε ένας γαλήνιος ύπνος .
Κατά τις πέντε το πρωί βαρεσαν οι καμπάνες πήγα και άναψα ένα κεράκι και εξερεύνησα λίγο την περιοχή πριν κατέβω στο λιμάνι για την αποχώρηση.
Κατά τις πέντε το πρωί βαρεσαν οι καμπάνες πήγα και άναψα ένα κεράκι και εξερεύνησα λίγο την περιοχή πριν κατέβω στο λιμάνι για την αποχώρηση.
Είδα την σπηλιά που έμενε εκει ενας μοναχός τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του .
Είχε μια πέτρα για μαξιλάρι και μια εικόνα του Χριστού μονάχα μέσα στην σπηλιά του με ενημέρωσε ένας μοναχός πού πότιζε κάτι τριανταφυλλιές λίγο ποιο πάνω.
Δύσκολα στις μέρες μας να δεις τέτοια αυταπάρνηση από τα υλικά τόσο απλότητα και τόσο δυνατούς ασκητές συνέχισε να με λέει ο άγιος μινιμαλιστης σκέφτηκα και σύγκρινα τους ανθρώπους που τα έχουν όλα από ανέσεις σήμερα οι περισσότεροι στον δυτικό κόσμο, με ένα κλικ ζεστό νερό, ειρκοντισιονς σε κάθε σατιο αμαξαρες, κρεβαταρες, σπιταρονες με όλα τα κομφορ και θέλουμε κι άλλα και όλο κάτι μας φταει και χρειαζόμαστε κι άλλα κι όλο κάτι μας ληπει .
Και περισσότεροι άδειοι από μέσα τους φενονται απ' τα μάτια τους από τα κενά βλέμματα οι περισσότεροι πλέον καρφωμένοι στα κινητά να παρακολουθούν ένα ψηφιακο παράλληλο κόσμο στις στάσεις των λεωφορείων να περιμένουν με απλανή άδεια βλέμματα το λεωφορείο.
Με ήρθε πάλι η επιγραφή που υπάρχει στο νεκροταφείο της μονής Διονυσίου ως άνθος ....
Είναι αστραπιαίο αυτό το πέρασμα μας από την ζωή
No comments:
Post a Comment